- Σαρδανάπαλος
- Σαρδανάπαλοςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Σαρδανάπαλος — Ασσύριος βασιλιάς τον οποίο αναφέρουν πολλοί αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς και ο οποίος ταυτίζεται με το βασιλιά Ασουρμπανιπάλ (668 626 π.Χ.), γιο του Εσαρχαδών. Ο Ασουρμπανιπάλ υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους Ασσύριους ηγεμόνες: μετά τη νίκη του… … Dictionary of Greek
σαρδανάπαλος — ο άνθρωπος ακατάστατος, σπάταλος, ακόλαστος (από το όνομα μυθικού βασιλιά της Ασσυρίας) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Σαρδαναπάλου — Σαρδανάπαλος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σαρδαναπάλους — Σαρδανάπαλος masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σαρδαναπάλῳ — Σαρδανάπαλος masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σαρδανάπαλοι — Σαρδανάπαλος masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σαρδανάπαλον — Σαρδανάπαλος masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
THONOS CONCOLOROS — Sardanapali cognomen. Iornandes de regnorum successionibus: Thonos Concoloros, quem Graeci Sardanapalum nominant. Neque aliter Euseb. in Chron. (et ex eo B. Hiero nymus) Σαρδανάπαλος, ὅςπερ τισὶ Θῶνος Κονκολορος ὀνομὰζεται. Apud Suidam tamen non… … Hofmann J. Lexicon universale
Сарданапал — (Sardanapalus, Σαρδανάπαλος). Ассирийский царь, при котором Ассирийское царство было покорено вавилонянами в VIII в. до Р. X. Он славился своей изнеженностью и распутством и, когда враги осадили Ниневию, он приказал соорудить огромный костер и… … Энциклопедия мифологии
САРДАНАПАЛ — • Sardanapālus, Σαρδανάπαλος или Коносконколер, назывался обыкновенно (по Ктесию) последним царем так называемого Древнеассирийского царства, которое будто уничтожено мидийцем Арбаком и вавилонянином Белесисом в 9 в. до Р. X. Но т. к … Реальный словарь классических древностей